Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΚΕΡΑΜΕΙΚΩΝ «ΚΕΡΑΜΕΙΟΣ»


Βιομηχανικό Δελτίο Απογραφής - Ομάδα ΒΙ.Δ.Α.
Καταγραφή της ελληνικής βιομηχανικής κληρονομιάς.
Όνομα:ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΚΕΡΑΜΕΙΚΩΝ «ΚΕΡΑΜΕΙΟΣ», ΔΕΠΑΣΤΑ
Είδος:     Βιομηχανία
Αρχική Χρήση: Κεραμοποιία
Εξοπλισμός:   Σώζονται ελάχιστα
Κατάσταση:   Δεν διασώζεται
Επανάχρηση:  -
Περιοχή:ΧΑΛΑΝΔΡΙ ΑΤΤΙΚΗΣ
Πληροφορίες: 
Ημερ.Λειτουργίας:1920-1930. Πρώην εργοστάσιο κεραμεικών. 
Αρχίζει με την αγγειοπλαστική και καταλήγει σε απίστευτη απόδοση ψηλής τέχνης προϊόντων, που ξεπερνούν τα όρια της Ελλάδος. Από όλη την Ελλάδα έρχονται να περιεργαστούν να θαυμάσουν, μα πιο πολύ να ψωνίσουν κάτι από το πασίγνωστο πια εργοστάσιο γλυπτών έργων, οικιακής χρήσης κ.λ.π. Δεπάστα.
Αυτό που φαίνεται σήμερα είναι η ψηλή χαρακτηριστική καμινάδα κτισμένη από συμπαγή πυρότουβλα και η επιγραφή «Κεράμειος» φτιαγμένη από κεραμεικά πλακίδια με έγχρωμη επισμάλτωση.

=================================================

ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ 

1. Μιχάλης Πουλής, 2 Δεκεμβρίου 2020  Χαλάνδρι

Ο Μιχάλης Πουλής  (γεν. το 1933) εργάστηκε στην Εταιρεία κεραμοποιΐας  ΔΕΠΑΣΤΑ  στο Χαλάνδρι από το 1950 – 1952.

«Ήμουν 16 χρονών όταν πήγα να δουλέψω στο εργοστάσιο ΚΕΡΑΜΕΙΟΣ. Ακολούθησα τον αδελφό μου, Δημήτρη  (γεννημένος το 1925), που εκείνος είχε πάει πριν από εμένα, το 1947. Ήρθα κι εγώ από την Ποταμιά της  Χίου, απ’ όπου κατάγομαι.

Τη διεύθυνση του εργοστασίου είχαν ο Κωνσταντίνος Δεπάστας, από τη Σίφνο και ο γαμπρός του  Ευάγγελος Αλμπάνης, μικρασιατικής καταγωγής. (Ο Ευ. Αλμπάνης είχε παντρευτεί την αδελφή του Δεπάστα).

Στο εργοστάσιο συνεργάτης  του Δεπάστα ήταν και ο Ιωάννης Μισόγλου, που είχε έρθει από το εργοστάσιο ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ και γνώριζε το μυστικό της  τέχνης  της ανάμειξης των υλικών. Το βασικό υλικό  που χρησιμοποιούσαν για τα πιάτα το έφερναν από τη Μήλο.  (Την κόρη του Μισόγλου την παντρεύτηκε ο Δεπάστας).

Θυμάμαι κάποια χαρακτηριστικά  μηχανήματα,  όπως  το μηχάνημα – μπετονιέρα, σαν αυτή που χρησιμοποιούν για τα τσιμέντα, όπου ανακατεύονταν τα υλικά.

Τα καλούπια – μοντέλα τα ετοίμαζαν όσοι γνώριζαν αυτή τη δουλειά. Κι εγώ την είχα μάθει. Δεν εργαζόμασταν μόνο σε έναν τομέα. Στα καλούπια τοποθετούσαν το υλικό και τα έβαζαν στον φούρνο. Ο φούρνος ήταν πολύ μεγάλος και στο επάνω μέρος είχε ένα άνοιγμα, ένα καπάκι. Τα κεραμικά ψήνονταν δύο  ή και τρία 24ωρα σε θερμοκρασία 1200 βαθμ. Ο αδελφός μου μαζί με τον Σπύρο Αντωνίου δούλευαν στην παρακολούθηση του ψησίματος και στην αφαίρεση των κεραμικών από τον φούρνο. Παράλληλα έκαναν και άλλες εργασίες.

Δεν  τα άφηναν για πολύ αφότου έβγαζαν το καπάκι, γιατί η παραγωγή έπρεπε να προχωρήσει γρήγορα. Έτσι είχαν να αντιμετωπίσουν ψηλές  θερμοκρασίες που έκαναν αυτή τη δουλειά τους δύσκολη και επικίνδυνη. Δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς.

Όταν στέγνωναν, τα γερά τα ζωγράφιζαν και τους έβαζαν διάφορα πρόσθετα σχέδια. Ό, τι χρειαζόταν ένα σπίτι το έφτιαχναν: πιάτα, πιατέλες,  βάζα, μπιμπελό διάφορα,  φλιτζάνια,  σταχτοδοχεία.

Το εργοστάσιο βρισκόταν στην καλή του εποχή. Ο  Κ. Δεπάστας είχε πάρει δάνειο από το σχέδιο Μάρσαλ. Τα προϊόντα ήταν υψηλής ποιότητας και είχαν μεγάλη ζήτηση. Για τις πωλήσεις των προϊόντων υπεύθυνοι ήταν οι δύο γαμπροί του Δεπάστα, ο Αντώνης Μπουρνιάς και ο Γιώργης Καλαρρύτης  που είχαν αναλάβει τις εξωτερικές εργασίες για τις παραγγελίες.  Τα διέθεταν σε όλη η Ελλάδα και έστελναν και στο εξωτερικό.

Ο Δεπάστας είχε τέσσερις αδελφές . Οι γαμπροί του δούλευαν εκεί. Είχε, λοιπόν,  μία εκτεταμένη οικογενειακή επιχείρηση.

Στο εργοστάσιο δούλευαν και  άνδρες  και γυναίκες και στα χρόνια που εργάστηκα ήταν συνολικά περίπου 280. Το ωράριο ξεκινούσε το πρωί στις 8, από  12.00 – 13.00 είχαμε διάλειμμα για φαγητό και το απόγευμα στις 17.00 σχολούσαμε.  Δουλεύαμε και υπερωρίες, όποιος είχε ανάγκη.  Η σφυρίχτρα του κοντινού εργοστασίου ΔΟΥΖΕΝΗ ακουγόταν και στο εργοστάσιό μας και με αυτή τη σφυρίχτρα ρυθμιζόταν και το δικό μας ωράριο.

 Ήταν η εποχή της κυβέρνησης Πλαστήρα. Η δραχμή τότε ήταν σε πληθωρισμό και η αξία του μεροκάματου ήταν συγκριτικά πολύ χαμηλή. Έτσι το μεροκάματο ήταν 11.000 χιλ. δραχμές και ο εργάτης έπρεπε να δουλεύει τρεις ή και τέσσερις  ημέρες για να αγοράσει  μία οκά κρέας κατσίκας.  Για τα  ένσημα του εργάτη, τηρούνταν αυστηρά οι κανονισμοί. Ο  Πλαστήρας  ήταν αμείλικτος.

Το εργοστάσιο μετά από  μηνύσεις και δικαστικούς αγώνες μεταφέρθηκε  στην Παιανία. Εκείνα τα χρόνια στο Χαλάνδρι  άρχισαν να κτίζονται  κατοικίες και οι κάτοικοι  διαμαρτύρονταν για τη ρύπανση του εργοστασίου.  Έτσι  αναγκαστικά μεταφέρθηκε.  Συνέχισαν τη συνεργασία τους ο Κων/νος Δεπάστας και ο Ευάγγελος Αλμπάνης.

Σήμερα, ο χώρος έχει  άλλη χρήση.  Δεν σώζονται τα παλιά κτήρια. Σώζεται μόνο το φουγάρο  αλλά σε άλλη θέση. Μεταφέρθηκε από τη νέα ιδιοκτησία  στη σημερινή θέση στον ίδιο χώρο,  πιο κοντά στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως» .

Για την καταγραφή της μαρτυρίας: Μυρσίνη Σαμαρά,  Δεκέμβριος 2020


2. Δημήτριος Πουλής (1925 -2014)

Ήρθε από τη Χίο το 1947 για να εργαστεί στο εργοστάσιο  κεραμικών  ΚΕΡΑΜΕΙΟΣ, ΔΕΠΑΣΤΑ, στο Χαλάνδρι

Αφήγηση του γιου του, Γιώργου Πουλή , 21 Νοεμβρίου 2020, Χαλάνδρι

«Ο πατέρας μου καταγόταν από  την Ποταμιά της Χίου. Είχε πέντε αδέλφια και μία αδελφή. Φοίτησε  στο εκεί  Δημοτικό Σχολείο. Ασχολήθηκε με τις γεωργικές εργασίες κοντά στον πατέρα του Μαρκέλλο. Ασχολήθηκε όμως βιοποριστικά και με τη μουσική καθώς η οικογένειά του είχε μουσικούς  που ήταν οργανοπαίκτες και έπαιζαν στα διάφορα πανηγύρια του τόπου. Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που επακολούθησαν, εξαιτίας του πολέμου και της κατοχής, τον ανάγκασαν τον Μάιο  του 1947  να έρθει στο Χαλάνδρι, για να εργαστεί στο εργοστάσιο ΚΕΡΑΜΕΙΟΣ των Κων/νου Δεπάστα (από τη Σίφνο) και Ευάγγελου Αλμπάνη (μικρασιατικής καταγωγής), που είχε γυναίκα την αδελφή του Δεπάστα.

 Από τότε το Χαλάνδρι έγινε  για τον πατέρα μου ο τόπος εργασίας και διαμονής. Οι συνθήκες διαμονής ήταν πολύ δύσκολες, έμενε σε ένα δωμάτιο και με τις στοιχειώδεις ανάγκες  στην αυλή.  Το μοιραζόταν με τον αδελφό  της Μαρίας (Μαριγώς) Αντωνίου Καρυάμη,  τον Γεώργιο Αντωνίου Καρυάμη,  που ήταν συγγενείς μας, επίσης από την Ποταμιά της Χίου και με τον Βασίλη Δεπάστα (εξάδελφο του Κων/νου Δεπάστα)  που εργάζονταν στο  ίδιο εργοστάσιο.

 Εργάστηκε από τον Μάιο του 1947. Αλλά σε λίγους μήνες, (Οκτώβριος 1947), λόγω του Εμφυλίου πολέμου, με την επιστράτευση των εφέδρων, κλήθηκε μαζί με τον Γεώργιο Αντ. Καρυάμη να καταταγεί στον στρατό. Τότε, πήρε την πρόσκληση να παρουσιαστεί, και για τον λόγο αυτό πήγε  πριν,  για  λίγο, στη Χίο, για να γλεντήσει και να αποχαιρετήσει τους δικούς του. Από εκεί  με εντολή στάλθηκε στην Τρίπολη για εκπαίδευση, μετά στις επιχειρήσεις της Δυτικής και Κεντρικής Ελλάδας και από εκεί στη  γραμμή του Μετώπου στον  Γράμμο και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Μετά το τέλος του Εμφυλίου, τον Μάρτιο του 1950, απολύθηκε από τον στρατό και στο τέλος του Ιουνίου του 1950 επέστρεψε στο Χαλάνδρι, όπου συνέχισε να εργάζεται  στο ίδιο εργοστάσιο.

 Μετά από λίγους μήνες, τις παραμονές των εορτών των Χριστουγέννων του 1950, ήλθε στο Χαλάνδρι για να εργαστεί  μαζί του και ο προτελευταίος αδελφός του ο Μιχάλης,  ο οποίος  σήμερα είναι εν ζωή και του οφείλω μέρος των πληροφοριών που παραθέτω. Η διαμονή τους πλέον ήταν στην ίδια διεύθυνση  σε δωμάτιο με τις ίδιες  δυσκολίες διαβίωσης. Το ενοίκιο ήταν 250.000 δραχμές το μήνα και το ημερομίσθιο ήταν 11.000 δραχμές.

 Η εργασία στο εργοστάσιο ήταν πολύ σκληρή. Ο αδελφός του Μιχάλης δούλευε στην κατασκευή των καλουπιών που ήταν από γύψο, τα οποία πριν ψηθούν τα άλειφαν με κάποιο υλικό που λεγόταν γομαλάκα. Στα καλούπια αυτά χυνόταν το υλικό (είδος πορσελάνης) από την Μήλο και έβγαιναν πιάτα, πιατέλες, βάζα και διάφορα άλλα. Από αυτά, όσα χρειάζονταν, ζωγραφίζονταν, από εργάτριες κυρίως, μετά βαπτίζονταν στην αλοιφή και τοποθετούνταν στα πυροδοχεία και μετά στον φούρνο. Ο πατέρας μου δούλευε στην κατασκευή των πυροδοχείων που ήταν από πυρόχωμα που ψηνόταν σε υψηλή θερμοκρασία. Το πλάσιμο των πυροδοχείων γινόταν με τα πόδια. Για να συμπληρωθεί ένας ολόκληρος φούρνος, με 10.000 περίπου τεμάχια μέσα στα πυροδοχεία, χρειαζόταν μία εβδομάδα προετοιμασία δύο ή και τρεις μέρες ψήσιμο. Επίσης, ο πατέρας μου ήταν μεταξύ εκείνων που έμπαιναν πρώτοι μετά το άνοιγμα του φούρνου που ήταν ακόμα πολύ ζεστός. Άλλος ένας απ’ αυτούς ήταν και κάποιος Σπύρος Αντωνίου. Τον θυμάμαι να μου λέει ότι μέσα σε λαδόκολλα πολλές φορές έβαζε φαγητό και το έψηνε για να φάει ενώ έβγαζε ήδη από μέσα  πυροδοχεία με πιάτα κ.λ.π. Αντιλαμβάνεται κανείς τις συνθήκες της δουλειάς και το ελάχιστο των απολαβών. Μία οκά κρέας κατσίκας έκανε όσο τρία ή και τέσσερα ημερομίσθια. Τον θυμάμαι επίσης να μου λέει ότι, πιάτα και άλλα που μπορεί πριν το ψήσιμο να έκαναν ρωγμές αντί να πάνε για απόρριψη, τα έβρεχε, τα ξανάπλαθε με τα πόδια του και τα πουλούσε στο εργοστάσιο με το κιλό για να συμπληρώσει μαζί με τις υπερωρίες το πενιχρό του μεροκάματο. Δουλειά που πολλές φορές κρατούσε και δύο εικοσιτετράωρα. Όμως παρά τη φοβερή αντοχή που είχε στα δύσκολα, είχε και την καλλιτεχνική του πλευρά. Έτσι γρήγορα παρατηρώντας τους καλλιτέχνες του εργοστασίου κατάφερε να δημιουργήσει διάφορες ωραιότατες κατασκευές από τέτοια υλικά που μερικά ακόμα έχουμε στο σπίτι μας και κάποια άλλα ήταν κατασκευές ως παιχνίδια για μένα και τα αδέρφια μου, όταν πια δημιούργησε οικογένεια στο Χαλάνδρι.

Παντρεύτηκε την μητέρα μας Μαρία Πουλή (συνωνυμία) από την Ποταμιά της Χίου, το 1953 και από τότε εγκαταστάθηκε στο αυθαίρετο που το έχτιζε με τη μητέρα μου τη νύχτα και την ημέρα το γκρέμιζε η πολεοδομία της εποχής. Το αυθαίρετο που τελικά έμεινε ήταν στην οδό Αντιγόνης  μέχρι το 1992 που γκρεμίσθηκε για να στεγασθούν οι οικογένειες του πρώτου παιδιού της οικογένειας του Μαρκέλλου(γεν.1955) και του δευτέρου (του γράφοντος - γεν.1957). Το τρίτο παιδί, η Βασιλική (γεν.1961) στεγάσθηκε σε διπλανό οικόπεδο που αγοράσθηκε αργότερα.

Το εργοστάσιο την εποχή αυτή είχε οκτάωρη εργασία με ένσημα γι’ αυτούς που ήταν καθιερωμένοι στη δουλειά και απαιτούσαν την ασφάλισή τους. Το ωράριο εργασίας ήταν από τις 8 το πρωί έως τις 12 το μεσημέρι με διακοπή έως τις 13 και συνέχεια έως 5 το απόγευμα. Το παράξενο ήταν ότι τα ωράρια αυτά κανονίζονταν από τα σφυρίγματα που ακούγονταν από το γειτονικό εργοστάσιο του Δουζένη επί της οδού Σοφ. Βενιζέλου και Σαλαμίνος. Οι έλεγχοι  του Υπουργείου Εργασίας ήταν συχνοί και αυστηροί. Για τον λόγο αυτό τους μη ασφαλισμένους, συνήθως νέους στη δουλειά, κατά τον έλεγχο τούς φυγάδευαν από την πίσω πόρτα. Ο θείος μου Μιχάλης θυμάται περιστατικό ανασφάλιστων εργατών όπου εργαζόμενος απείλησε με καταγγελία και ανάγκασε τη Διοίκηση του εργοστασίου να τους ασφαλίσει. Το εργοστάσιο αυτό μεσουράνησε την εποχή αυτή. Είχε πολλή παραγωγή και καλή ποιότητα. Ένας από τους λόγους της αργότερα παρακμής του ήταν και οι πιέσεις από τους νέους γειτονικούς οικιστές του, οι οποίοι ήδη από τότε άρχισαν να ζητούν την παύση της λειτουργίας του (καυσαέρια, όχληση κλπ).  

 Σημειωτέον ότι, όπως μου μεταφέρθηκε,  για την μετεγκατάσταση του εργοστασίου αναζητήθηκε τότε χώρος στα Μεσόγεια, όπου αν είχε γίνει, ίσως μετά από κάποια χρόνια θα προέκυπτε και εκεί το ίδιο θέμα από την περαιτέρω οικιστική επέκταση.

Ο πατέρας μου παρέμεινε στο εργοστάσιο μέχρι το 1955, ενώ αδελφός του Μιχάλης μέχρι το τέλος του 1952. Εκτός από τους μέχρι τώρα αναφερθέντες σχετιζόμενους με τον ΚΕΡΑΜΕΙΟ άλλοι εργαζόμενοι που υπάρχουν στη μνήμη μου είναι: Αντώνης Γαλιάτσος, Πούπαλος Ιωάννης, Κων/νος Αναστασίου, Εμμανουήλ Προυνιάς, Σπύρος Βρεττός και Ιωάννης Κουμπανιός.

Για την καταγραφή της μαρτυρίας: Μυρσίνη Σαμαρά, Νοέμβριος 2020.

Ευχαριστώ τους: κ. Μιχάλη Μ. Πουλή και κ. Γιώργο Δ. Πουλή για την παραχώρηση των αναμνήσεών  τους και τη συμβολή τους στη διάσωση και καταγραφή της βιομηχανικής ιστορίας του Χαλανδρίου και της Ομάδας Βιομηχανικής Αρχαιολογίας  ΒΙ.Δ.Α. (Βιομηχανικά Δελτία Απογραφής).


Βιβλιογραφία-Πηγές: 

Νεοκλασσικά - διατηρητέα – αξιόλογα κτίρια στην περιοχή του Χαλανδρίου


Απο την σελίδα στο fb ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΚΑΙ ΕΓΩ ΣΤΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙ , κείμενο από το βιβλίο του Γιάννη Παπαγεωργίου "Το ιστορικό του Χαλανδρίου" του εκδόθηκε από το Δήμο Χαλανδρίου 1992, σελ. 76-77, κεφ. Βιοτεχνία - Βιομηχανία.

Για την καταγραφή των μαρτυριων: Μυρσίνη Σαμαρά, Νοέμβριος / Δεκέμβριος 2020.

Όνομα καταγραφέα*: Κωνσταντίνος Φασουράκης, ΠΟΛΛΥ ΚΑΛΛΕΡΓΗ, ΜΥΡΣΙΝΗ ΣΑΜΑΡΑ
Ημερομηνία καταγραφής**:18-04-2018
* αυτός που εντόπισε/φωτογράφισε/αποδελτίωσε/κλπ.
**ημερομηνία που έγινε η καταγραφή/φωτογράφηση/αποδελτίωση/κλπ.
***οι φωτογραφίες και οι χάρτες συμπληρώνονται εκτός δελτίου και κάτω από αυτό.
Ευχαριστούμε για τη συνεισφορά σας στην καταγραφή της ελληνικής βιομηχανικής κληρονομιάς

 
Επιγραφή φτιαγμένη από κεραμεικά πλακίδια
 με έγχρωμη επισμάλτωση
φωτο: Ηρ.Φασουράκη 18/04/18
 φωτο:Ηρ.Φασουράκη 18/04/18
φωτο: Ηρ.Φασουράκη 18/04/18
είσοδος εργοστασίου, Πηγή : από το βιβλίο του Γιάννη Παπαγεωργίου "Το ιστορικό του Χαλανδρίου" του εκδόθηκε από το Δήμο Χαλανδρίου 1992, σελ. 76-77,
κεφ. Βιοτεχνία - Βιομηχανία.

οικία βιομήχανου Δεπάστα, με 2 χαρακτηριστικά ψηφιδωτά στην είσοδο του κήπου
Πηγή google maps


Προϊόν εργοστασίου ,
αλιευμένη φωτο απο το Ιντερνετ
Προϊόν εργοστασίου , 
αλιευμένη φωτο απο το Ιντερνετ

θέση εργοστασίου

θέση κατοικίας με τα ψηφιδωτά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου